«Το όνομά μου είναι Αλί και είμαι από το Ιράν. Είμαι 30 ετών, αναγνωρισμένος πρόσφυγας από το 2017. Ζω στην Ελλάδα τα τελευταία 6 χρόνια.
Στο Ιράν είχα τελειώσει το Λύκειο και εργαζόμουν σε μια μεγάλη εταιρεία εξαγωγών στο λιμάνι. Τα πράγματα ήταν καλά μέχρι που κάποιες δραστηριότητες της εταιρείας θεωρήθηκαν παράνομες και εγώ βρέθηκα σε μεγάλο πρόβλημα. Έφυγα εν μια νυκτί. Δεν πρόλαβα ούτε την οικογένειά μου να χαιρετήσω. Ήμουν 24 ετών. Η πρώτη χώρα στην οποία φτάσαμε ήταν η Τουρκία. Ύστερα ο διακινητής μας έφερε στην Ελλάδα. Δεν ξέρω λεπτομέρειες – αν η ζωή σου βρίσκεται σε κίνδυνο το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι να φτάσεις σε μια ασφαλή χώρα, γι’ αυτό ήρθα εδώ. Γιατί η Τουρκία δεν είναι ασφαλής χώρα- ειδικά για τους Ιρανούς. Αν οι Τούρκοι μάθουν ότι είσαι Ιρανός σε συλλαμβάνουν, σε βάζουν τη φυλακή και μετά σε στέλνουν πάλι πίσω στο Ιράν. Οι κυβερνήσεις των δυο χωρών έχουν πολύ καλές σχέσεις – οποιονδήποτε Ιρανό πιάσουν οι Τούρκοι, ακόμη και όσους είναι χωρίς χαρτιά, τον στέλνουν στο Ιράν. Κι εγώ δεν το ήξερα αυτό, το έμαθα αργότερα, όταν προσπάθησα να περάσω τα σύνορα. Ο διακινητής μας είπε να μην πούμε την εθνικότητά μας γιατί θα μας στείλουν πίσω. Καλύτερα να δηλώσουμε μια γειτονική χώρα, όπως το Αφγανιστάν. Έτσι κι έκανα – το οποίο βέβαια ήταν φανερό ότι δεν ίσχυε καθώς στο Αφγανιστάν μιλούν νταρί, έχουν διαφορετική προφορά, εγώ μιλώ φαρσί, αγχώθηκα ότι θα το καταλάβουν οι διερμηνείς. Παρ’ όλα αυτά βρήκα στο γκούγκλ κάποιες πληροφορίες για μια πόλη του Αφγανιστάν και τους είπα ότι λόγω οικονομικών προβλημάτων άφησα τη χώρα μου. Πολλά χρόνια αργότερα έμαθα ότι αυτή η πόλη δεν είχε καν ρεύμα… και ότι οι άνθρωποι εκεί μιλούν παστούν, ούτε καν νταρί..! Ήμουν απλά τυχερός γιατί αν και το κατάλαβαν, με άφησαν. Βρήκα τον ίδιο διακινητή και κανόνισα να ταξιδέψω για την επόμενη χώρα, που ήταν η Ελλάδα. Δεν ήξερα τίποτα για τη χώρα, παρά μόνο το όνομά της. Το αρχικό πλάνο ήταν να έρθουμε μέσω θαλάσσης. Δεν προλάβαμε όμως, η τουρκική ακτοφυλακή μας έπιασε και μας ανάγκασε να γυρίσουμε πίσω. Οπότε στη συνέχεια ο διακινητής μας έφερε μέσω στεριάς. Θυμάμαι να ταξιδεύουμε με ένα βαν, μετά μείναμε για ένα βράδυ στη Θεσσαλονίκη και μετά μας έφεραν στην Αθήνα.
Δεν είχα κανέναν εδώ. Ήταν πολύ πολύ δύσκολα στην αρχή. Δεν είχα χρήματα, δεν μιλούσα τη γλώσσα, φοβόμουν την αστυνομία, κρυβόμουν όποτε έβλεπα τα φώτα των περιπολικών.. Έμεινα σε ένα σπίτι για 16 μέρες όπου μας είχε βάλει ο διακινητής. Αυτός που είχε το σπίτι, ένας Άραβας, κάθε μέρα μου έλεγε να φύγω γιατί δεν είχα να τον πληρώσω. Δεν είχα καμία επαφή να με κατευθύνει ούτε για το πώς θα βρω δουλειά, ούτε να μου πει για τη διαδικασία του ασύλου, ούτε να μου δανείσει χρήματα. Τελικά συνδέθηκα στο wifi ενός εστιατορίου και ήρθα σε επαφή με κάποιους που ταξιδέψαμε μαζί. Μου εξήγησαν ότι υπάρχει ένας τρόπος να αποκτήσω μερικά χρήματα, το κάνουν πολλοί: Δανείζεσαι χρήματα από κάποιον που είναι από τον τόπο σου και ύστερα η οικογένειά σου στο Ιράν δίνει τα χρήματα αυτά στην οικογένεια ή στο σημείο επαφής του ανθρώπου που δανείστηκες. Έτσι πήρα λίγα χρήματα και πήγα να μείνω σε ένα φρικτό μέρος, παλιό, κάπου στην Αχαρνών, που έμεναν πολλοί άνθρωποι εκεί. Έπιναν, έκαναν ναρκωτικά, έκλεβαν, ήταν απαίσιο. Έμεινα εκεί μερικούς μήνες μέχρι που κατάφερα να έρθω σε επαφή με μια οργάνωση. Δυστυχώς δεν με βοήθησαν καθόλου – μου είπαν ότι όλοι οι χώροι (camps, άλλες δομές και σπίτια) είναι γεμάτοι από πρόσφυγες πιο ευάλωτους από εμένα. «Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να κρατήσω το όνομά σας και θα σας ξανακαλέσω, αλλά όχι σε λιγότερο από 6 μήνες» μου είπε μια γυναίκα που εργαζόταν εκεί. Η κατάσταση γινόταν όλο και πιο δύσκολη γιατί δεν είχα χρήματα, δεν είχα πού να μείνω. Τελικά με την καθοδήγηση κάποιου νοίκιασα ένα σπίτι στο όνομά μου, εκείνος έβαλε την εγγύηση – όταν έλαβα τα τελευταία χρήματα από την οικογένειά μου τον ξεπλήρωσα. Η διαδικασία για το άσυλο διήρκεσε 8 ολόκληρους μήνες. Ήταν πολύ δύσκολη και απαιτητική. Ήμουν ψυχικά κουρασμένος τόσο πολύ που ήθελα να πάρω τα χαρτιά μου και να φύγω. Απλά να φύγω. Το να μην μιλάς τη γλώσσα και να μην μπορείς να επικοινωνήσεις είναι και αυτό μια μορφή αναπηρίας. Άκουγα από άλλους ότι σε χώρες όπως η Ολλανδία και η Γερμανία υπάρχει υποστήριξη, παρέχουν στους πρόσφυγες επιδόματα, μαθήματα.. και είπα στον εαυτό μου ότι θα φύγω, θα πάω στη Γερμανία. Όταν πήρα τα χαρτιά μου, άλλαξαν λίγο τα πλάνα μου, μου είπε ένας φίλος ότι είναι πολύ καλά στην Ισπανία – κι έτσι μετακόμισα στην Ισπανία. Την επόμενη ημέρα που πήρα τα χαρτιά μου έφυγα. Νόμιμα πια. Φτάνοντας όμως κατάλαβα ότι και εκεί η διαδικασίες είναι πολύ δύσκολες και φοβήθηκα μήπως χάσω το άσυλο που είχα αποκτήσει στην Ελλάδα. Έμεινα 6 μήνες – το μόνο καλό είναι ότι εκεί γνώρισα τη σύντροφό μου (με την οποία μείναμε σε διαφορετικές χώρες για πολύ καιρό μέχρι να καταφέρουμε να είμαστε μαζί, στην ίδια χώρα. Επέστρεψα στην Ελλάδα. Είχα μάθει στο μεταξύ κάποια αγγλικά, αλλά δεν ήταν αρκετό. Έπρεπε να μάθω ελληνικά και να βρω δουλειά. Έψαξα πάρα πολύ, όλοι ήθελαν προϋπηρεσία. Έστειλα πάνω από 100 βιογραφικά. Τελικά ένας φίλος φίλου μού έδωσε μια ευκαιρία να εργαστώ εθελοντικά ως μεταφραστής, ήταν σημαντικό για να το βάλω στο βιογραφικό μου. Μου έδινε λίγα χρήματα ίσα ίσα να πληρώνω το νοίκι μου και να τρώω κάτι, όχι κανονική αμοιβή. Και κάπως έτσι πέρασε ο καιρός, εγώ μάθαινα αγγλικά γιατί ήθελα να σπουδάσω υπολογιστές σε κάποιο αγγλόφωνο πανεπιστήμιο εδώ στην Αθήνα. Ζήτησα από διάφορα πανεπιστήμια υποτροφία, αλλά κανείς δεν μου έδινε. Μετά από κάποιο διάστημα βρήκα δουλειά ως φροντιστής σε μια οργάνωση που φροντίζει ανθρώπους με ψυχικά προβλήματα. Μου ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπίζω ακόμη και τα καθημερινά τους ζητήματα και ανάγκες γιατί δεν είχα ούτε την εξειδίκευση ούτε την εμπειρία. Δεν είχα όμως και άλλη επιλογή. Το καλό ήταν ότι συνέχισα να έχω δουλειά και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, που πολλοί έχασαν τις δουλειές τους τότε. Την ίδια περίοδο κατάφερα να πάρω και υποτροφία (το 50% βέβαια του συνολικού ποσού – εγώ έπρεπε να πληρώσω άλλα 3800 ευρώ) σε ένα αγγλόφωνο πανεπιστήμιο εδώ στην Αθήνα. Ήμουν πολύ χαρούμενος γιατί επιτέλους θα σπούδαζα και θα μπορούσα να κάνω κάτι καλύτερο. Ωστόσο ήταν πολύ δύσκολο αυτό το εγχείρημα γιατί ο μισθός μου έφτανε οριακά για το ενοίκιο, τη δόση στο πανεπιστήμιο και το φαγητό. Δεν μου περίσσευαν χρήματα να αγοράσω κάτι ή να κάνω κάτι άλλο για τον εαυτό μου. Επέλεξα λοιπόν να παίρνω λιγότερα μαθήματα ανά έτος για να μπορώ να τα βγάζω πέρα οικονομικά. Στην οργάνωση έμεινα 2,5 χρόνια περίπου. Μετά εργάστηκα για 7 μήνες ως διερμηνέας στο camp του Ελαιώνα, σε ένα χώρο που λειτουργούσε ως νηπιαγωγείο – αυτό ήταν ακόμη πιο δύσκολο γιατί δεν είχα ιδέα πώς να αντιμετωπίσω τα παιδιά!
Ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα που είχα να αντιμετωπίσω και που με έφθειρε ψυχολογικά ήταν ότι ενώ είχα χαρτιά, και ανανεώθηκε ή άδειά μου έπρεπε να περιμένω 14 μήνες για να μου τη δώσουν. Δηλαδή, από την ημερομηνία που εγκρίθηκε η ανανέωση και ήταν πρακτικά σε ισχύ εγώ δεν την πήρα στα χέρια μου παρά μόνο 14 μήνες μετά. Αυτό σημαίνει ότι είχα μπροστά μου μόνο ένα χρόνο και επτά μήνες μέχρι να ξαναλήξει.. Ήταν ένα ψυχολογικό βασανιστήριο. Δεν είχα σκοπό να φύγω, αλλά θέλω να ζω ελεύθερος, να ξέρω ότι έχω την άδεια, οποιαδήποτε στιγμή να μπορώ να ταξιδέψω.
Τρεις μήνες πριν λήξει το συμβόλαιό μου ήμασταν στη διαδικασία με τη σύντροφό μου να βρούμε ένα τρόπο να είμαστε μαζί, εκείνη είναι από την Αργεντινή. Από την υπηρεσία μου είπαν ότι δεν μπορούν να μου δώσουν βίζα για να πάω στην Αργεντινή επειδή είμαι Ιρανός πρόσφυγας στην Ελλάδα. Αν ήμουν Έλληνας θα μπορούσα, όπως επίσης θα μπορούσα αν ήμουν στο Ιράν.. Συναντηθήκαμε ξανά στην Ισπανία, αλλά δεν μπορέσαμε να γυρίσουμε μαζί στην Ελλάδα. Δεν της το επέτρεπαν γιατί είναι από την Αργεντινή: Την περίοδο της πανδημίας είχαν απαγορεύσει να έρχονται στην Ελλάδα όσοι είναι από την Αργεντινή και από κάποια άλλη χώρα, δεν θυμάμαι πια. Οπότε γύρισα μόνος μου στην Ελλάδα και περιμέναμε να τελειώσει η πανδημία για να της επιτρέψουν να έρθει. Όταν ήρθε επιτέλους ξεκινήσαμε τη διαδικασία γάμου στο δημαρχείο, που επίσης ήταν μια πολύ δύσκολη διαδικασία – μας πήρε 8 ολόκληρους μήνες μέχρι να μαζέψουμε όλα τα έγγραφα και να μεταφραστούν.. Και αφού καταφέραμε να παντρευτούμε, μας είπαν ότι αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να μείνει εδώ πάνω από τρεις μήνες που είναι η άδειά της, ακόμη και αν είστε παντρεμένοι.. Ακόμη και από την Πρεσβεία μας είπαν ότι για να συμβεί αυτό θα πρέπει να έχω μόνιμη δουλειά (εδώ δεν έχουν οι Έλληνες μόνιμη δουλειά, θα έχω εγώ;; ), συστατική επιστολή από τον εργοδότη, και ένα ποσό στην τράπεζα..
Έτσι ήρθα σε επαφή με την οργάνωση HumanRights360, ήμουν απεγνωσμένος. Όποιον και να είχα ρωτήσει, όποια υπηρεσία, κανείς δεν ήξερε να μου πει τι έπρεπε να κάνω. Αυτό είναι το πρόβλημα στην Ελλάδα, ακόμη και οργανώσεις που είναι στο προσφυγικό είτε καθυστερούν να σε βοηθήσουν, είτε -συνήθως- σε παραπέμπουν αλλού που δεν ξέρουν να σε βοηθήσουν. Αυτό πληγώνει τόσο πολύ τους πρόσφυγες που απλά θέλουν να κάνουν τη διαδικασία με τα χαρτιά τους και να φύγουν.
Στη HumanRights360 ευτυχώς δεν ήταν έτσι. Μια από τις δικηγόρους της οργάνωσης με κατεύθυνε αμέσως, σε μια πρόταση: πού να πάω, τι θα πω, τι πρέπει να έχω μαζί μου. Μου έδωσε όλες τις πληροφορίες, με βοήθησε στα χαρτιά μου. Σε μίαμιση ημέρα είχα τελειώσει. Κατάφερα να επεκτείνω τη βίζα της γυναίκας μου για ακόμη τρεις μήνες, η οποία όμως δεν μπορεί όμως να ανανεωθεί.. Με καθοδήγησαν επίσης στο πώς πρέπει να κάνουμε στην υπηρεσία ασύλου την αίτηση της γυναίκας μου και ξανά τη δική μου, γιατί εγώ πήρα το άσυλο ως single χωρίς οικογένεια, τώρα που παντρεύτηκα είναι διαφορετικά τα πράγματα, πρέπει να πάρω άλλο αριθμό υπόθεσης. Είναι μια διαφορετική διαδικασία, είναι παράλογο. Στη γυναίκα μου πήραν το διαβατήριο μέχρι να βγει η απόφαση με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ταξιδέψει πίσω στην Αργεντινή και να χάσει τη μόνιμη δουλεία της (ήταν δασκάλα σε σχολείο). Έπρεπε να υπογράψει ένα έγγραφο που έλεγε ότι δεν ζητά τίποτα από τη χώρα της. Τώρα απλά περιμένουμε την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.
Τη ίδια περίοδο έληξε το συμβόλαιό μου στο camp, το οποίο δεν ανανεώθηκε, και ταυτόχρονα είχα τρομερές πιέσεις από το πανεπιστήμιο για να πάρω περισσότερα μαθήματα και να αποπληρώσω τις δόσεις. Μία Κοινωνική Λειτουργός και ένας Ψυχολόγος της οργάνωσης με βοήθησαν πολύ – έκανα αίτηση στο University of People όπου μπορώ να συνεχίσω τις σπουδές μου δωρεάν στο ίδιο αντικείμενο.. Έτσι κι έγινε, το University of People με δέχθηκε, εγκρίνοντας τα 15 από τα 19 μαθήματα που είχα περάσει. Τώρα έχω περίπου 20 ακόμη μαθήματα να περάσω για το πτυχίο μου. Μου πρότειναν και μια δουλειά σε ξενοδοχείο, η οποία ήταν όμως εποχιακή και δεν με εξυπηρετούσε. Ευτυχώς βρήκα τις ίδιες μέρες μόνιμη εργασία σε ένα σούπερ-μάρκετ.
Για την HumanRights360 είχα ακούσει από μια άλλη ΜΚΟ πρώτη φορά. Περισσότερα έμαθα από το ECHO Hub όπου έκανα λίγα μαθήματα ελληνικών. Τώρα εργάζομαι στο σούπερ-μάρκετ και περιμένουμε να ανανεωθούν τα χαρτιά μας. Μόλις μπορέσουμε να ξανα-ταξιδέψουμε, θα φύγουμε για Αργεντινή. Εδώ ήταν πολύ δύσκολα για πάρα πολλά χρόνια. Ήταν τόσο δύσκολα που σχεδόν ξέχασα τις δυσκολίες που είχα στο Ιράν… Ίσως και γι’ αυτό δεν έμαθα τελικά ελληνικά. Γιατί με πλήγωσε πολύ αυτή η χώρα. Δεν ξέρω αν στην Αργεντινή θα είναι εύκολα τα πράγματα, όμως θα είναι μια καινούρια αρχή.»