Με λένε Nankia και κατάγομαι από την Ουγκάντα. Είμαι παντρεμένη και έχω δυο μικρά παιδιά. Μένω στην Ελλάδα με τον σύζυγο και τα παιδιά μου σχεδόν πέντε χρόνια τώρα. Στην Αθήνα είμαστε το τελευταίο ενάμιση χρόνο.
Όταν φτάσαμε στην Ελλάδα, στη Σάμο, μείναμε στο camp περίπου ένα χρόνο. Ήταν φρικτά. Δεν θέλω ούτε να το θυμάμαι. Ήταν το 2018, το camp είχε πάρα πολύ κόσμο.. πέντε μήνες αφότου έμεινα έγκυος μας μετέφεραν στην Κατερίνη. Δεν ήταν camp ακριβώς, κάτι σαν καραβάνι. Αν και ήταν καλύτερα από τη Σάμο, ήταν πολύ δύσκολα και εκεί. Μας έδωσαν ένα μικρό κοντέινερ να μείνουμε, πολύ μικρό. Εκεί γέννησα. Ο μικρός είχε προβλήματα υγείας και έπρεπε να πηγαίνουμε το μωρό με το λεωφορείο στο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης για τακτικούς ελέγχους. Την πρώτη φορά που πήγα στο νοσοκομείο, τον εξέτασαν και μου είπαν «έλα πάλι αύριο». Εγώ δεν είχα ούτε την αντοχή να ξανακάνω το δρομολόγιο, ούτε τα χρήματα. Οπότε έμεινα στο νοσοκομείο περιμένοντας τον άντρα μου να έρθει το επόμενο πρωί. Τις ώρες που λείψαμε στο νοσοκομείο, μπήκαν στο κοντέινερ και μας έκλεψαν τα πάντα. Τα πάντα. Χρήματα, τηλέφωνα, ρούχα, πράγματα.. δεν είχε μείνει τίποτα.. Φωνάξαμε την αστυνομία και ζητήσαμε να μας μεταφέρουν κάπου αλλού, εκεί δεν ήμασταν ασφαλείς. Χρειαζόταν να είμαστε επίσης πιο κοντά στο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, λόγω του μωρού. Μας πήγαν κάπου στην περιοχή της Βόλβης, για δυο μήνες. Και από εκεί στη Λάρισα, όπου μας έδωσαν ένα μικρό δωμάτιο. Ήταν πολύ δύσκολο να μένουμε τέσσερα άτομα, εκ των οποίων το ένα μωρό, σε ένα τόσο μικρό χώρο. Όπως επίσης και να πηγαινοερχόμαστε στο νοσοκομείο της Αθήνας για τους ελέγχους του μωρού. Γι’ αυτό είχαμε ζητήσει να μας μεταφέρουν στην Αθήνα, για να είμαστε κοντά στο νοσοκομείο. Τελικά βρήκαμε μόνοι μας ένα σπίτι εδώ στην Αθήνα και το νοικιάσαμε. Και αυτό το καταφέραμε γιατί όσο μέναμε στη Λάρισα, άφησα τα παιδιά στον άντρα μου και πήγα να δουλέψω σεζόν στη Σαντορίνη. Με τα χρήματα αυτά, καταφέραμε να ξεκινήσουμε τη ζωή μας στην Αθήνα, τον Ιανουάριο του 2021.
Ο άντρας μου δεν μπόρεσε να βρει δουλειά, οπότε έμεινε με τα παιδιά. Εγώ ξεκίνησα να δουλεύω για λίγο καιρό σε ένα σπίτι που με σύστησε ένας φίλος, πρόσεχα δυο μικρά παιδιά. Μετά δούλεψα σε μαγαζί που φτιάχνει καφέ σε ένα νησί. Δεν έμεινα όμως πολύ εκεί. Ο μικρός ήταν συνέχεια άρρωστος και ήταν δύσκολο για τον σύζυγό μου να προσέχει τα δυο παιδιά και να πηγαίνει συνέχεια στο νοσοκομείο. Ο εργοδότης μου, όταν του ανακοίνωσα ότι πρέπει να φύγω γιατί ο μικρός μου έχει προβλήματα υγείας, δεν συμφώνησε, δεν ήθελε να με πληρώσει και είχε κακή συμπεριφορά απέναντί μου. Εγώ όμως γύρισα στην Αθήνα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Μια εβδομάδα αργότερα με κάλεσε (ο εργοδότης) και μου ζήτησε να γυρίσω πίσω. Του εξήγησα ότι είναι αδύνατον να αφήσω ξανά τα παιδιά μου. Επικοινώνησα με το ξενοδοχείο στη Σαντορίνη που είχαμε καλές σχέσεις και τους ζήτησα δουλειά για δεύτερη χρονιά. Εκεί πήγαμε οικογενειακώς. Ευτυχώς έδωσαν δουλειά και στον άντρα μου, εκείνος δούλευε πρωινές βάρδιες, οπότε κρατούσα εγώ τα παιδιά, και ύστερα που ξεκινούσαν οι δικές μου βάρδιες, τα κρατούσε αυτός. Ήταν καλά. Μείναμε μέχρι τον Νοέμβριο. Μετά επιστρέψαμε στην Αθήνα, που έμεινα σπίτι με τα παιδιά για περίπου ένα μήνα. Έπρεπε να βρούμε δουλειά εδώ γιατί τα παιδιά ξεκίνησαν σχολείο και δεν μπορούσαμε να φύγουμε ξανά σεζόν.
Έτσι ήρθα και σε επαφή με την οργάνωση HumanrRights360. ΄Ενας φίλος μου είπε ότι μπορούν να με βοηθήσουν να βρω δουλειά στην Αθήνα. Έστειλα μήνυμα, ποια είμαι, τι έχω ανάγκη, τι εργασιακή εμπειρία έχω και επικοινώνησαν αμέσως μαζί μου. Με βοήθησαν να κάνω αίτηση σε ένα πολύ γνωστό, 5άστερο ξενοδοχείο. Η συνέντευξη πήγε πολύ καλά, είχα εξάλλου αρκετή εμπειρία από το νησί, και μου πρόσφεραν εργασία την οποία αποδέχθηκα. Είναι πολύ σημαντικό που μπορώ να εργάζομαι στην Αθήνα και τα παιδιά να πηγαίνουν στο σχολείο. Στη ζωή έρχονται πολλές δυσκολίες. Πρέπει όμως να περιμένεις και να συνεχίζεις. Θα έρθουν καλύτερες ημέρες. Αυτό έχω μάθει.